|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βραχύχρονος? — — κοθρής — επισυναλλαγμοτική — υστεροπληγία — ωδίνω — αποβδόμαδα — ξαναβρίσκω — παραβάλλομαι — ρουπία — χρωματοποιός — υπέρμετρος — αβούλλωτος — εμβάζω — σωροκουβαριάζομαι — νομοθέτημα — εξαδέλφη — νομολογία — αλληλοπρόγονα — ξεχόλιασμα — οπισθοδρομικότητα — ιχθυοειδής — αντίστασις |
|||