|
η фарм. антипирин #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово антипирин? — αντιπυρίνη как с (ново)греческого переводится слово αντιπυρίνη? — антипирин — ενοικιαστήριο — υγειονόμος — λογάω — ξομολόγηση — γυψοπλάστρια — δημαρχείο — εξέλεγξη — άλευρο — προτιμάω — λεξικογραφία — χαιρέκακος — καρροσερί — θετικισμός — πολυκύμαντος — παραχάραξη — ψες — τράβαλα — υστερορραγία — αχνόφεγγο — αχειροποίητος — πολιότης |
|||