|
το хрен #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово хрен? — χρένο как с (ново)греческого переводится слово χρένο? — хрен — εσπέρας — σκέλεθρο — ωοειδής — ζαβολιά — εγωισταρού — γόησσα — σπογγάνθρακας — υποτείνουσα — γαμπρίζω — βουλωτήρι — αιμοφορία — αποκρούω — υποβολιμαίος — ανεπιδίκαστος — σοροκάδα — Άραβες — αναισθητικός — συμμαζώνομαι — δημιουργικότητα — διηθώ — γλιστερός |
|||