|
η двадцать пять; καμμιά ~ — около двадцати пяти #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово двадцать пять? — εικοσιπεντάρια как с (ново)греческого переводится слово εικοσιπεντάρια? — двадцать пять — βουτυρόπαιδο — σκασίλα — φουβού — ασύνταχτος — φοβητσιάρικος — συρρικνούμαι — αποκτάω — διεθνολόγος — λοξυγγιάζω — περιθωριακός — νύσσω — φανατισμός — αργεμός — υπεργόμωση — οδονταλγία — σιωπώ — ραβδώνω — χούφτιασμα — μικροβιολυσίνη — εκτέμνω — παραπονετικός |
|||