|
η горечавка (растение) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово горечавка? — γεντιανή как с (ново)греческого переводится слово γεντιανή? — горечавка — σατέν — ξεσπάω — Ζευς — αξιοποιήσιμος — γκιώνης — αρχιμηνιά — πεζοναυτικό — βοσκοπούλα — μουνόπανο — αυτόφωρο — κυανός — ξεφτιλισμένος — κουνω — ψυχρήλατος — δηλοποιώ — χορτοφάγος — τραγοπόδαρος — αναδαυλίζω — αποκεφάλισμός — υπερσιβηρικός — εσώκλειστος |
|||