|
παρατ. от αίρω #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ήρον? — — προλετάρισσα — έρπης — εξαντλώ — δίμετρος — αδιάτμητος — σκιάσμός — ριντώ — λυπώ — ματθιόλη — ταράζομαι — φιλύρα — νοτίζω — δεμάτιο — ξανθοτρίχα — πιτσιλωτός — εκχλόωση — αμμωνιούχος — αστάρομα — βιβλιολάτρης — μακαρονισμός — οβελίζω |
|||