|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ντελίριο? — — περιφερικός — υπερδιεγερσιμότητα — καστανή — μαυρόγεια — ανεγείρω — σπεκουλάντικος — μπούσουλας — προαγορεύσας — σαγγηνεύω — λειομύωμα — τεντυμπόϋς — γενεσιουργία — μαυραγάνι — ευθύδικος — ευκαίρωμα — γουλιάζω — σεντονιάζω — μαγγάνισμα — απογοητευθείς — προσφέρομαι — ναύλος |
|||