|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κοσμολογικός? — — εκκλησιάρης — καμπούρης — φραίνωμαι — Γάλλος — αγελαδίσιος — ουζοποσία — αξήλωτος — αξιοπαρατήρητος — χιονίζω — αλευροειδής — κατασκηνώνω — πρώτιστος — αδαπάνητος — χαντζάρι — γκεργκέφι — κανείς — μαϊντανόσουπα — τετραγωνίδιο — ολομόναχος — μεμυημένος — προπονώ |
|||