|
το металлический колпак жаровни #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово металлический колпак жаровни? — διαβολέτο как с (ново)греческого переводится слово διαβολέτο? — металлический колпак жаровни — αντικυβερνητικά — αμεμψίμοιρος — στρείδι — ομοιοπλασία — σωβρακοφανέλα — φιγουρατζίδικος — εμβέλεια — φυλλοφόρος — πεζοναυτικός — διαμαρτυρόμενη — πικρία — επικοινωνώ — κουρούπα — αγριοβλέπω — αναγάλλιασμα — ευκατάληπτος — αντιβαλλόμενον — ποικιλωδία — σαφώς — μαλαθούνα — ὤνια |
|||