Новогреческий словарь
ελληνορρωμαϊκός
ελληνορρωμαϊκός
греко-римский
;
~ή πάλη — спорт. классическая борьба
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
греко-римский
? —
ελληνορρωμαϊκός
как с
(ново)греческого
переводится слово
ελληνορρωμαϊκός
? — греко-римский
#
(ново)греческий словарь
—
αφραγκία
—
θυμιάτισμα
—
αποτυφλωτικός
—
λευκοφόρα
—
ιρακινός
—
αποδέλοιπος
—
μεντζάστρα
—
πολυαρχία
—
επινοητής
—
οργανόγραμμα
—
μπασιμπουζούκος
—
επταγωνικός
—
δακρυϊκός
—
καταθέτης
—
διάκριση
—
πρεμούρα
—
σπίλωμα
—
πλεονέκτης
—
χωματόδρομος
—
διακύβευμα
—
ατμοκινητήρας
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве