|
η библиография #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово библиография? — βιβλιογραφία как с (ново)греческого переводится слово βιβλιογραφία? — библиография — μοναδολογία — άσπρισμα — κατέχων — θρασυδειλία — παρασημοφόρηση — κουρταλάω — πασσάλωμα — συμπερασμός — οψιμιά — απογλυτώνω — κατάργηση — κλειδοπίνακο — μυκτηριστικός — αποκωδικοποιούμαι — δευτερεύων — επιβράδυνση — αυλάκιση — πολυχρόνιση — επιγραφολόγος — αρρωσταίνω — ατσίμπητος |
|||