|
ο литовец #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово литовец? — Λιθουανός как с (ново)греческого переводится слово Λιθουανός? — литовец — απόχρωση — τύφλωση — πετρώδης — υπάγομαι — αμβλωτικός — αβίζο — καθομολογώ — χιλιαπλάσιος — απόστρατα — επιδαψίλευση — μαγκούφης — αρχιεπιστάτισσα — λιχνιστής — αγορεύω — εξωταξικός — εξαντλητός — μαρκαλίζω — λικβινταριστής — υδατοσκοπία — Αρωμούνος — λογοπάθεια |
|||