|
ο старый дурень #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово старый дурень? — κρονόληρος как с (ново)греческого переводится слово κρονόληρος? — старый дурень — αφελής — λιγυρότης — οφείλομαι — χαρτοπαιξία — υπεροξίδιο — τοποθεσία — κακιούλα — εύδρομο — καλένδες — αδιανόητος — τελατίνι — πρωτόστροφος — διαμιλλώμαι — κακοπαντρειά — ξέπασχα — διαβεβαιωτικός — πρωτοτρώγω — παραδοχή — ανδρείκελο — κακοφημία — νιοφερμένος |
|||