|
покрываться перхотью #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово покрываться перхотью? — πιτυργιάζω как с (ново)греческого переводится слово πιτυργιάζω? — покрываться перхотью — ηλεκτροεγκεφαλογραφία — νυκτοσκοπός — αντίφαση — χυμάω — ψευδώνυμο — δυσοπέρβατος — ηλιόκαυστο — καταδίωξη — ραφινέ — ανδροκρατία — μοναχικός — βέβαια — δραματολογικός — αντίκρουση — τίθεμαι — παρωρεία — ανεμόχιονο — καρουμπαλάκι — ομο- — αναδιπλώνω — ομοίως |
|||