|
η тюльпан #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тюльпан? — τουλίπη как с (ново)греческого переводится слово τουλίπη? — тюльпан — μισοκοίλι — χελιδόνι — ψηφιοποιούμαι — δυσδιάβατος — πρόσθημα — ιδιοκατοίκηση — τετραψήφιος — θρύον — μπρίο — καφέ-σαντάν — κρασάκι — υδατογραφία — τορνεύω — σεληνιακός — γριίστικος — ιοντόσφαιρα — αναβαπτιζόμενος — κορδελλιάζω — ψώρας — φίλαυτος — βιοποριστικός |
|||