|
η мед. удаление яичника #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово удаление яичника? — ωοθηκεκτομία как с (ново)греческого переводится слово ωοθηκεκτομία? — удаление яичника — φθισιῶ — επαναδίπλωση — ποδοσφοιρικός — ελαιόφυτος — γκαβώνω — κεφαλοκόλωνο — σαγηνευτής — ακατάρτιστος — κοσμικός — φαναρτζίδικο — μισθώνω — βρόχιση — αναλυτηκός — ξιφοθήκη — ελκυστικός — εξαφνίζω — συνέπηξα — υπερτατικός — καπιτάλα — αμέτρητος — γραμμογράφος |
|||