|
(-ιδος) η руда; μεταλλίτις γή — геол. порода #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово руда? — μεταλλίτις как с (ново)греческого переводится слово μεταλλίτις? — руда — φτωχολόι — κατασυκοφάντηση — βενθογενής — σεντονάκι — αγκαλιά — μελιτζανοσαλάτα — βιάση — γοδέρισμα — σφουγγαράδικο — δακτυλοδεικτώ — τσουρουφλισμένος — OTE — στρυμωχτός — άκλιτος — οδούς — μαχμουρλού — αψινθίαση — φυλλοβόλος — τσεκούρα — αποναρκωτικός — μονοπωλώ |
|||