|
вредный; ~ά χόρτα — сорные травы, сорняки #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вредный? — αναγκιρός как с (ново)греческого переводится слово αναγκιρός? — вредный — χολερικός — καθορίζω — ξώφαλτσα — κούπα — ευαπόσπαστος — μεταστροτοπεδεύω — σκραπ — ψυχοπαίδι — κοσμηματογραφία — βουτηγμένος — συνοριακός — αναριθμώ — σφεντονιά — πικεδένιος — αναμαλλιασμένος — άγαλος — βραβεύω — υστερώ — παιδοψυχιατρικός — κλειδοποιός — βομβυκοτροφικός |
|||