Новогреческий словарь
λεωφορειακός
λεωφορειακός
автобусный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
автобусный
? —
λεωφορειακός
как с
(ново)греческого
переводится слово
λεωφορειακός
? — автобусный
#
(ново)греческий словарь
—
νιτροβάμβαξ
—
ακατάσβεστος
—
πλεούσα
—
καχυποψία
—
τριανταφυλλόλαδο
—
σταυρωτά
—
πυγμαχώ
—
πελαγίσιος
—
εκφέρομαι
—
αναλυτικός
—
πειστήριο
—
ρουμάνι
—
μοσχομάγκα
—
εκπήδηση
—
ξάντρια
—
ενδιαίτημα
—
εκβαρβαρώνω
—
υπαναχώρηση
—
ευθυμολόγος
—
κλαυθμύρισμα
—
διοικούμαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве