Новогреческий словарь
ποδοσφοιρικός
ποδοσφοιρικός
футбольный
;
~ αγώνας — футбольный матч
;
~ή ομάδα — футбольная команда
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
футбольный
? —
ποδοσφοιρικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
ποδοσφοιρικός
? — футбольный
#
(ново)греческий словарь
—
αναγεννώ
—
απανωταριά
—
σημύδα
—
γενναιόδωρα
—
φακελάκι
—
εκκάθιση
—
χαμπλός
—
ανασαιμιά
—
σάλα
—
ραίνω
—
επιδαψίλευση
—
αλευτέρωτος
—
σποραδικότητα
—
σπαράγγια
—
επιτρεπτός
—
κοκκορετσάς
—
χαρτεμπόριο
—
αλογισά
—
ψηφοθέτηση
—
συγύρισμα
—
παγίς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,