Новогреческий словарь
χείρων
χείρων
худший
;
===
επί τά χείρω — к худшему
;
δύο κακών προκειμένων, τό μή χείρον βέλτιστον — [phrase]из двух зол выбирают наименьшее[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
худший
? —
χείρων
как с
(ново)греческого
переводится слово
χείρων
? — худший
#
(ново)греческий словарь
—
πύρεξη
—
διαποτίζω
—
τεφροδοχείο
—
συστηματικότητα
—
ταιριάζω
—
αποφλεγματίζω
—
αιθερόδρομος
—
υπερθεματίζω
—
αθήρ
—
ξεκουβαριάζω
—
βλοσυρότης
—
ηττοπαθής
—
ξέκωλος
—
γνοιαστικός
—
θερμόμετρο
—
κυρίως
—
αναποζημίωτος
—
αφιλάνθρωπος
—
πενηντάρικο
—
ακραξόνιο
—
πατητήρι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве