|
το щебёнка, щебень #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово щебёнка? — σκύρο как на (ново)греческом будет слово щебень? — σκύρο как с (ново)греческого переводится слово σκύρο? — щебёнка, щебень — επουσιώδης — Ιανουάρης — γεράνιος — δαιμονιακό — προσκυνητής — καπάκωμα — ασετυλίνη — κατενθουσιασμένος — λειβαδοπέρδικα — ασβεστοποιία — θηριοδαμαστής — καλούπι — υπεροψία — λιοτρόπι — επιφυσίτις — μικρομετρία — ρουσφέτι — προσφυγικός — συλλαβογραφία — πειθαρχία — κοιλιάρης |
|||