Новогреческий словарь
αναβάλλεται
αναβάλλεται
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αναβάλλεται
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ανακυκώ
—
λαδάκι
—
προσβατός
—
ευημερών
—
καρεκλί
—
μυροποιός
—
διαμήνυση
—
ξεμαρκάριστος
—
κατσικόμαρο
—
εκσκωρίαση
—
καλυβόσπιτο
—
ελλιμενίζω
—
έδωσα
—
ατάσθαλος
—
τραπεζάκι
—
γέρσιμο
—
ξυσμούρα
—
τσατμάς
—
αγοροφέρνω
—
γουλί
—
λιγδιάρης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве