|
1. октябрьский; 2. (τό) хризантема #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово октябрьский? — αϊδημητριάτικος как на (ново)греческом будет слово хризантема? — αϊδημητριάτικος как с (ново)греческого переводится слово αϊδημητριάτικος? — октябрьский, хризантема — βόμπιρας — γαλακτοκομικός — αλιεύω — κακοπαθιασμένος — αρκετός — αλβανική — εκλέγεσθαι — καταχτήτρια — πικροθάλασσα — πολυγλωσσία — αμυδρά — ελλόγιμος — πατριδολάτρης — διοπύρωση — ξώπασχα — συχνοβλέπω — σκάρτεμα — δασμολόγος — ακόλουθο — χοντροφτιαγμένος — ημιφάτνωτος |
|||