|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γκάλοπ? — — υπόδειξη — έρμαιο — υποθάλπω — υπογένεοτη — μοιράδι — απρομήθευτα — απόμακτρον — ιησουιτικός — αγναντώ — μαόνι — κομμίωση — τρίφυλλο — αερικός — συμμαχικός — κοσμηματοθήκη — ανάφεγγος — ραντιέρικος — ασφαλτόπλινθος — υπηρέτης — μωρούλι — εμπυϊκός |
|||