|
η передергивание (в картёжной игре) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово передергивание? — σκαλέτα как с (ново)греческого переводится слово σκαλέτα? — передергивание — δωσιδικία — τραγουδιστά — δεδικασμένο — εννεακαίδεκα — άνασωση — ιαμβικός — απελπισμένα — βέτο — παροξυσμός — πελάτις — πτυελίστρα — κατανοητός — σταφιδικός — ρασοφορώ — Πετρούπολη — σοϊλήτικος — παροδικός — εξομαλυντικός — επιβήτωρ — χρωματισμένος — ατιμωτικός |
|||