|
покрытый сусальным золотом #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово покрытый сусальным золотом? — χρυσοκόλλητος как с (ново)греческого переводится слово χρυσοκόλλητος? — покрытый сусальным золотом — μαχμουρλού — ξύστης — παρακελευσματικός — εξηνταβελόνης — ψύχρα — συνθετήριο — σοδομιτής — σμηνίτισσα — δερνοκοπιέμαι — λοξυγγιάζω — αγυάλιγος — κάτοικας — κατηφόρα — σκονίζομαι — αχυρένιος — συντεχνίτισσα — πικρόγελος — λεπτοκάρυο — ντομάτα — παφλασμός — ελαιοπυρήνας |
|||