Новогреческий словарь
εφηλίδα
εφηλίδα
(-ίδος) η
веснушка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
веснушка
? —
εφηλίδα
как с
(ново)греческого
переводится слово
εφηλίδα
? — веснушка
#
(ново)греческий словарь
—
υποδύομαι
—
εδαφίζω
—
κτηματίας
—
τετράεδρο
—
ελαιοειδής
—
ιησουιτικός
—
βαλιτσάκι
—
απόγυρα
—
δυσπρόσβλητος
—
αμελκτήρας
—
επιπρόσθετος
—
εκχερσώνω
—
υπόθεμα
—
αντιμεταθετικά
—
αποφορά
—
περδικόπουλο
—
λαχανικό
—
κιργίσιος
—
σμύρις
—
ημιδιαφανής
—
κοσμητικόν
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве