|
το уст. булочка; хлебец #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово булочка? — αρτίδιον как на (ново)греческом будет слово хлебец? — αρτίδιον как с (ново)греческого переводится слово αρτίδιον? — булочка, хлебец — εισπνευστικός — βουρλαίνω — αντιστοιχίζω — αδασμολόγητος — εξιδιασμένος — εκγύμναση — απωτέρω — αλιευτική — στρεπτόκοκκος — αποβληθείς — ισόψηφος — κοντανάσασμα — αχρηστία — υπερασπίζομαι — ευτυχώς — ανολοκλήρωτο — διπλοχαιρέτισμα — κρατικοδίαιτος — φεγγαράκι — πελαγίζω — ξανακύλισμα |
|||