|
синий; τόν έκανε ~ στό ξύλο — [phrase]он его избил до синяков[/phrase] #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово синий? — μπλε как с (ново)греческого переводится слово μπλε? — синий — κλινική — χαρτικά — πρόσχωση — κατειργασμένος — μαθητεύομαι — εξελληνισμός — αγεροκρέμαστος — κελλάρι — απίσσωτος — αριστεροφέρνω — κεραμοσκεπή — φθονούμαι — αντισταθμιστικά — λευκωματοειδής — Ουκρανή — επιβράχυνσις — σκηνίτης — λιχανός — αναβίωση — βυσσινί — χαμηλοθώρης |
|||