|
το сажание на кол #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сажание на кол? — παλούκωμα как с (ново)греческого переводится слово παλούκωμα? — сажание на кол — δευτεριάτικος — ξινίζω — προελαύνω — εκφορητικός — επτάμηνο — παρθένος — φαρισαίος — μελιτωμένος — νομολογικός — λιοτριβάρης — απυρόβλητος — χοιροβότανο — άκοπος — οδονομία — γαλέος — πλεούσα — γινατσής — λιμπρεττίστας — Θεσσαλός — δολιοφθορέας — Τσιγγάνα |
|||