|
ο спартанец #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово спартанец? — Σπαρτιάτης как с (ново)греческого переводится слово Σπαρτιάτης? — спартанец — απλοχερίζω — χορηγός — παραθαλάσσιος — ντροπαλότητα — πιάνω — πεταλούδα — κατηγορηματικά — άντεισηγούμαι — βροντοκόπημα — αντικαταβολή — περίπτωση — κεφαλοκόλωνο — ανακατωτός — σίφωνας — θρήσκευμα — έκθαμβος — γλεντολογάω — γονιμοποιώ — κλύδων — ετερότοπος — γνάψιμο |
|||