λιθολογία

формы словаβ
λιθολογία
η петрология



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово петрология? — λιθολογία
как с (ново)греческого переводится слово λιθολογία? — петрология


ολιγόπιστοςμεριδιούχοςκειμηλιοθήκηδιανυκτέρευσηπλευρίζωταγγισμένοςνανουρίζομαιασώματοςεξιτήριοσύνοροαλάτισπιτονοικοκύράγαρδέλίααγνωθοςβιολοντσέλλοαδιασταύρωτοςμακρόθυμοςσαθρότηταφωτοσύνθεσησηκωτόςπροικοθηρία




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit