διακοσμητική

формы словаβ
διακοσμητική
η декоративное искусство



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово декоративное искусство? — διακοσμητική
как с (ново)греческого переводится слово διακοσμητική? — декоративное искусство


ενοικώδεσποινίςντριτσάρωγκρινιάρικοςκροκοσυλλέκτριατιμόνιδιεισδυτικότηςδήλιοςαλκοολομέτρησηκαλόδεχτοςφυλλοκάρδιτυποκλοπώαμαζόνειοςαρνητικόςκαραβόσκαροανεξαγόραστοςκαμήλααναθορυβώαμφιλογίασπερματίαςάγνεστος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit