|
το сумерки #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сумерки? — σούρουπο как с (ново)греческого переводится слово σούρουπο? — сумерки — νεροκουβαλήτρα — στραβοκυττάζω — δεσποτικό — κακοθάνατος — ακτινογραφώ — αμεμψίμοιρος — αιγίδα — συνορισιά — προνευστάζω — ψάλτης — πυρείο — ψυχοτεχνική — ανώφλι — οψάριον — συρμάτινος — οδοντίνη — σαγήνη — ξεστρίβω — ξερόφυλλο — ανελεήμων — λαϊκίστρια |
|||