|
η раболепие, подобострастие, угодничество #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово раболепие? — δουλικότητα как на (ново)греческом будет слово подобострастие? — δουλικότητα как на (ново)греческом будет слово угодничество? — δουλικότητα как с (ново)греческого переводится слово δουλικότητα? — раболепие, подобострастие, угодничество — περιστεροτροφείο — διαβίβαση — τσίπρα — ευγονιστής — ακαταλόγιστος — ψηστιέρα — σγουμπός — χιλιμιντρώ — μνημονεύω — γλυκολέϊμονο — αναρροφητήρας — μπουκαδούρα — αντίστρεκτος — διαβροχή — σύμμετρος — γλεντάκι — συναρίθμηση — επεξεργασία — φλώρος — πάπος — ανεμοφράκτης |
|||