ακοή

формы словаβ
ακοή
η слух;
          οξεία ~ — острый слух;

===
          εξ ~ης — понаслышке



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово слух? — ακοή
как с (ново)греческого переводится слово ακοή? — слух


ψυχοβγάλτηςμανουάλιγονοκοκκίασημηχανοκατασκευήεπιχορήγησημαυραδάκιξεπίτηδεςγούσληματόκλαδολιμάρισμαπλατανότοποςαναστηλωτικόςαλυσόδετοςτριβεύςπαλαβομάραξαστέρωμαφτιάσιμοεβδομηκοντούτηςκαταφατικάμηλόπιταεξαίρεση




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit