|
η расточительница #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово расточительница? — ξοδιάστρα как с (ново)греческого переводится слово ξοδιάστρα? — расточительница — αντιμετώπιση — ορόσημο — λιθογνώμων — σουρντιστικός — εύωνος — όμβριος — απολιθώνω — κρυώνω — αναχωρητήριον — εξορύσσω — μεταξοσκώληκας — καλλιεργήσιμος — ορμώ — διαιρετικός — φορμάστ — κατηγορηματικός — μεταπουλώ — θρέφω — παροξυσμός — ηλεκτροφωτίζω — αβάντσα |
|||