|
пострадавший от саранчи #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пострадавший от саранчи? — ακριδόπληκτος как с (ново)греческого переводится слово ακριδόπληκτος? — пострадавший от саранчи — ανθρωπομορφία — μητρικός — προσκόλληση — παίδευμα — θαλασσοδάνειο — λέπαδνον — διαιρετικό — σκανδαλιστικός — θολοσκέπαστος — φέξιμο — αυτογέννητος — άσκαβος — εκφασισμός — σπίτωμα — εμβατήριο — αποστραγγιστήρας — ακοινωνησία — ψυχοπλακωτικός — ακραιφνώς — αρλουμποειδής — κολοκάτσι |
|||