|
η гвоздика (растение) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гвоздика? — γαρουφαλλιά как с (ново)греческого переводится слово γαρουφαλλιά? — гвоздика — χεροκρατιέμαι — προσέδραμον — πεπωρωμένος — αγριοκέρασο — φουρνέλο — αρουραίος — αγνά — ψαλιδισμένος — βηματόμετρον — παρακαλεστός — λεμφογραφία — φράκο — εξιλαστήρικος — αναφορικός — αγχόνη — κεραυνοβόληση — έδωσα — στροφείο — στηθοδέρνομαι — κυτταρικός — αρκουδόβατος |
|||