απορφανεύω

формы словаβ
απορφανεύω
осиротеть



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово осиротеть? — απορφανεύω
как с (ново)греческого переводится слово απορφανεύω? — осиротеть


απίκοπροδιατεθειμένοςγλαντόςονομασιολογικόςκαστρίπροσανατολίζωπρομελετάωαγκιστροειδήςγκρόανάλωσηαυτοκαταγγελίαικρίωμασκυλοκέφαλοςτρούπαεπάνδρωσηαλφαβητάριοπροπηλακίζωαφάνισμόςδαμασκηνιάπαραλληλόγραμμοκοινονευτικος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit