|
ο физ. диамагнетизм #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово диамагнетизм? — διαμαγνητισμός как с (ново)греческого переводится слово διαμαγνητισμός? — диамагнетизм — αντιεπιστημονικός — παύλα — γαλβανίζω — δούλευμα — περιοδικός — ψηλά — είμαι — άθυρμα — προβλάστη — ετερόδυνον — διαβατήριο — ατμόιππος — ξενέρωτος — μετρημένα — αντιγραφικός — γανωματάς — ορμαθός — αμπόλιαστος — συμμαζωχτός — κλωβός — αθορόστομος |
|||