|
вести танковый бой #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вести танковый бой? — αρματομαχώ как с (ново)греческого переводится слово αρματομαχώ? — вести танковый бой — αεροβική — ανταποκριτής — αποφράς — πρόσοδος — καστανέων — κρένω — διπλοπόδι — οφιολάτρης — βρώμικος — πρωταγωνιστικός — φωνημικός — ερεθίζω — γνήσιο — σανιδώνω — τραγικοποιούμαι — βρακοζώνι — χιλιοευχαριστώ — διακατέχομαι — πιστοποιούμαι — αναμπαίχτης — φιλοπότης |
|||