|
консервативный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово консервативный? — αντιμεταρρυθμιστικός как с (ново)греческого переводится слово αντιμεταρρυθμιστικός? — консервативный — ληνοπατητής — αξαδέρφη — αψαχούλευτος — αλγοριθμικός — αναπυρώνω — δίκωχο — συμβατικά — αυθάδικο — εγκαίνια — τροφικός — ανεπίτακτος — μουλαράς — γιούργια — βογκώ — φαβισμός — μόσχειος — βάφτισμα — ιστιοφόρο — πρακτορείο — βαμβακερά — ιθύνοντας |
|||