|
1) ревнивый (чаще о супругах); 2) завистливый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ревнивый? — ζηλοτυπικός как на (ново)греческом будет слово завистливый? — ζηλοτυπικός как с (ново)греческого переводится слово ζηλοτυπικός? — ревнивый, завистливый — τιμούμαι — αποκαίω — σκουληκομερμηγκότρυπα — παραφωνάζω — ειδώλιον — οροδιδακτικός — αγριεύω — αυγολογώ — συνακόλουθος — συντονία — όριο — λαθροχειρώ — αντικατοπτρίζω — μοσκοβολώ — υπάνθρωπος — Κορέα — οινοπωλείον — αμμόλουτρο — κομουνιστικός — ανισομερώς — ασφυκτικός |
|||