|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αντενοκάταρτο? — — ετερότητα — έκδαρμα — λιθοκόλλητος — βραδυκίνητος — γραμμοσύρτης — ινίνη — παραπετώ — βαθύγνωμος — ξαναβάλλω — άπωση — αδιάφθορος — λιγοτεκνία — αρχιεπίσκοπος — αναγούλιασμα — αυτοχειρίαση — θαύμα — απτόητος — υπόσταση — επιβλητικότητα — καθιερωμένος — αρχαιοφανής |
|||