|
η экзистенциалистка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово экзистенциалистка? — υπαρξίστρια как с (ново)греческого переводится слово υπαρξίστρια? — экзистенциалистка — στραβογερνώ — αναληθής — θερμόφιλος — παγγνώστης — ενδοσπέρμιο — κατώφλιον — λαφρύς — γόνος — αντιποιητικός — συμπαίκτης — ρομβικός — κατακόρυφος — ισοβαθής — ανύψωση — χρυσοκάνθαρος — σχολιαστής — κατσικοπόδης — αδιευκρίνιστος — νταμιτζάνα — γυμνάζομαι — σφαιρομετρία |
|||