Новогреческий словарь
παπουτσοθήκη
παπουτσοθήκη
η
обувной шкаф, галошница
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
обувной шкаф
? —
παπουτσοθήκη
как на
(ново)греческом
будет слово
галошница
? —
παπουτσοθήκη
как с
(ново)греческого
переводится слово
παπουτσοθήκη
? — обувной шкаф, галошница
#
(ново)греческий словарь
—
ανεμιστήρας
—
τεμπέλικος
—
ημερήσιος
—
εξευρίσκω
—
κτίριο
—
θύω
—
άχρωμος
—
καταραμένος
—
εκφοβιστικός
—
ηρωοοποιούμαι
—
εδραίωμα
—
ομόδοξος
—
αρματωλός
—
μοστράρω
—
αμάζωχτος
—
συγκατηγόρημα
—
μύστης
—
ιδιοκτησιακός
—
ταπεινοσύνη
—
παντζούρι
—
γειτονία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω