Новогреческий словарь
νευρίτης
νευρίτης
ο анат.
аксон
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
аксон
? —
νευρίτης
как с
(ново)греческого
переводится слово
νευρίτης
? — аксон
#
(ново)греческий словарь
—
χαλβαδιάζω
—
διεστάλην
—
σπαθάτος
—
υποσαίνω
—
διορυγή
—
άκρη
—
καταπράϋνση
—
πολλαπλάσιος
—
σκοτεινότητα
—
αγορεύω
—
πνιγμένος
—
ζυγαρίζω
—
τρωϊκός
—
οικουρώ
—
ακουτσομπόλευτος
—
έδειρα
—
αξιοσέβαστος
—
παράλειψη
—
σύμφυση
—
αποτίλλω
—
αναθρέφω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,