μωρή

формы словаβ
μωρή



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово μωρή? —


αναμπάρωτοςσκαλμόςξεφαντωτήςδιονυσιαστήςξενότροποςαυτοτραυμοτίζομαιζωνούλαφρεσκάρωμεσοκάρπιοςκαταπτοημένοςεπίσηςεξεμάνηνκατάδειξηγκαράζισυμφόρησηαριστερόχεροςανοίγομαιλόγχισμαστερεοποίησηαπύλωτοςαναμάζωμα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit